Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΑΝΑΠΟΔΑ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

Παρεξηγήσαμε άνθρωποι την ζωή μας
αντί να ψαχνόμαστε στα σοβαρά
βυθίσαμε τους ήχους της ψυχής μας
από το πουθενά ακόμα χαμηλά

Ο θεός ζωή απλόχερα μας δώρισε
και πολύ μυαλό για μεγάλα οράματα
η απληστία μας την αλήθεια σκότωσε
διαβάζουμε ανάποδα τα γράμματα

Ζωντανά οράματα με πολύ σοφία
τα ξεπουλήσαμε για λίγη ψεύτικη δόξα
που να βρεθεί τόσο μεγάλη εκκλησία
να χωρέσει ζωντανούς με τέτοια λόξα

Παρεξηγήσαμε άνθρωποι την ζωή μας
εξηγήσαμε ανάποδα τον όμορφο σκοπό
ας ψάξουμε βαθύτερα στην ψυχή μας
ας χρησιμοποιήσουμε περισσότερο μυαλό

ΟΤΑΝ ΚΑΤΑΦΕΡΕΙΣ

Όταν καταφέρεις να με δείς
στο παγερό σκοτάδι ενός τυφλού
σαν ξεχωρίσεις την φωνή μου
στις άναρθρες κραυγές ενός μουγγού.
Τότε σίγουρα θα ‘χεις βρεί
τι σημαίνει για μένα η λέξη ζωή
τότε σίγουρα η ψυχή σου θα δεί
της ζωής την παραδεισένια μορφή.

Θα ζείς και θα βλέπεις
πως ζω απο την ανάσα σου
θα ζεις και θα βλέπεις
πως είμαι συνεχώς κοντά σου...

ΒΓΑΛΕ ΤΩΡΑ ΤΗΝ ΜΑΣΚΑ...

Ολόγυμνος στα μάτια των Ανθρώπων
φαρροφύλακας στον θρόνο της ζωής
μύνημα σου στέλνω με το δάκρυ
ποίημα απο τα βάθη της ψυχής.
Σταγόνα – σταγόνα αίμα έχτισα τον ήλιο
ψυχή σκόρπισα στον απέραντο ουρανό
το κορμί δώρισα στης θάλασσας τον ήλιο
την αγάπη της ζωής είχα φάρρο κι οδηγό.

Βγάλε τώρα την μάσκα που φοράς
πάψε να κρύβεσαι πίσω απο το κοπάδι
αφού πιστεύεις οτι μπορείς να κυβερνάς
βγές για λίγο απο το σκοτάδι...

ΜΑΓΙΚΟ ΟΝΕΙΡΟ

Μαγικό όνειρο η αγάπη σου
τις νύχτες μου κρατά συντροφιά
απαλά με χαϊδεύει το δάκρυ σου
απο τα χείλη μου διώχνει την πίκρα.
σαν έρχεται το φως της αυγής
με παράπονο ψάχνω τα χέρια
έχεις χαθεί στην θλίψη της σιωπής
την καρδιά μου τρυπάνε μαχαίρια.

Μ’ αγωνία ρωτώ το απέραντο κενό
αν είσαι αλήθεια ή ψέμμα
αγαπημένη και το υπόλοιπο μισό
της ζωής μου το οξυγόνο στο αίμα.

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ

Τρέμοντας χέρι, τη γραφή
ζητάς να γίνει θαύμα
ζωής ανάσα και πνοή
ζητάς σ’ αυτό το γράμμα.

Γράφεις κρυφά στην μοναξιά
γλυκιά της στέλνεις προσευχή
θέλεις να πάψεις να πονάς
μορφή ζητάς απο την σιωπή.

Μαχαίρια δίκοπα, μαχαίρια
σκίζουν τα σωθικά οι λέξεις
τρελός φονιάς η μοναξιά
στη γη νεκρές οι σκέψεις.

Φεύγει η ζωή, φεύγει η ψυχή
έμειναν να γράφουνε τα μάτια
λόγια αγάπης και χαρές
γίναν στο άπειρο κομμάτια.

ΤΟ ΜΥΝΗΜΑ ΤΩΝ ΣΚΛΑΒΩΝ

Ένας σκλάβος δραπέτης
σέρνετε στην θλιμένη έρημο
εφιάλτης τ’ όραμα της Λευτεριάς
στέρεψε στ’ ασκί του το νερό.
Τρείς στάλες αγάπη, δάκρυ, φώς
τούβαλαν στ’ ασκί του για νερό
μ’ αγάπη κρυφά του σκάλισαν
για φυλαχτό έναν μικρό σταυρό.

Χωρίς συντροφιά και πυξίδα
ξεκίνησε για την όαση των Ανθρώπων
κρυμμένο κράταγε στα σπλάχνα
το μύνημα των σκλάβων.

Δίψασε στ’ όραμα της Λευτεριάς
αιμοραγεί αιχμάλωτη η βασήλισσα ζωή
καυτή η ανάσα των σκλάβων
ζεσταίνει τα δεσμά στην ψυχή.

Για θυσία στα δεσμά της βασήλισσας ζωής
οι σκλάβοι πλένουν τώρα το πτώμα
ο ήλιος ν’ ανατείλει νικητής
σκόνη οι αλυσίδες στο χώμα.

Φωτιά, πυρκαγιά, ένα φως
θυσία στην λευτεριά του ο άνθρωπος
φωτιά, πυρκαγιά, ένα φως
τους σκλάβους οδηγεί ο Θεός.

ΜΑΚΡΥΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ

Μακρύς ο δρόμος, μοναχός
απέραντη έρημος η μοναξιά
θλιμένες νότες, τραγούδια
οι παλμοί σου τώρα καρδιά.
Μοναδική συντροφιά το μολύβι
πικραμένο ακολουθεί τον διαβάτη
δάκρυα στα χείλη του στάζει
ζωντανή να κρατήσει την αγάπη.

Καρτερώ της μοίρας την ώρα
ο ήλιος της αγάπης να ροδίσει
οι αχτίδες του ασπίδα στην μπόρα
το χαμόγελο στα χείλη ν’ ανθίσει.

Μαζί σου θα φέρεις την Άνοιξη
άρωμα απο σπάνια λουλούδια
θα ζείς μόνο για μένα
κι εγώ θα σου γράφω τραγούδια.

ΠΑΨΕ ΝΑ ΚΛΑΙΣ

Πάψε να κλαίς φτωχέ διαβάτη
και μην δακρυνοθρηνείς το σώμα
η ψυχή βλαστάρια θα ξαναπετάξει
θ’ αναστηθεί της λευτεριάς το πτώμα.
Ο ήλιος ανέτειλε μια αχτίδα
ο χρόνος έβαλε στ’ αστέρια φωτιά
στάχτη το σκοτάδι στον άνεμο
κάνε κουράγιο δόλια καρδιά.

Κρατήσου πρέπει ν’ αντέξεις
απο τις στάχτες θα ξανανθίσει η ζωή
κατέβα στα μπάρια να κλέψεις
αθάνατο σπόρο απο την ψυχή.

Χαμόγελο σπείρε στον άνεμο
σπάνια αγριολούλουδα ν’ ανθίσουν
όσοι ακολουθούν τον άνθρωπο
ΖΩΗ, θέλουν να θερίσουν.

ΝΟΤΕΣ ΣΙΩΠΗΣ

Παράξενες νότες σιωπής
τα αιωνόβια δέντρα χαϊδεύουν
θλιμένες στα μάτια ζωγραφιές
ανελέητα την ψυχή μου παιδεύουν.
Ένα αηδόνι σπάει την σιωπή
προσπαθεί να γλυκάνει τον χρόνο
για αθάνατους παίζει μουσική
ποτίζει με βάλσαμο τον πόνο.

Συνέχισε αηδόνι μου, συνέχισε
η μοναξιά να φύγει απο την ψυχή
συνέχισε αηδόνι μου συνέχισε
απο τα μάτια μου λείπει η ζωή.

ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΥ

Φωτιά η ματιά σου
μου πυρπολεί την καρδιά
ελπίδα που σκοτώνει το ψέμα
βάλσαμο για λησμονιά.

Πυρκαγιές ανάβει στο κύμα
ακούραστη φωτίζει την λέξη κουράγιο
ήλιου αχτίδες που ανατέλουν
πάνω απο παραδεισένιο μουράγιο.

Σε νοσταλγώ και σε θέλω
ματιά, φωτιά ζωντανή
σε νοσταλγώ και σε θέλω
ελπίδα μου φωτιά και ζωή.

ΜΗ ΦΟΒΑΣΑΙ ΖΩΗ

Ταξίδι μου ζητάς καρδιά
ξανά στον δρόμο της χαράς
απαλά κρατάς στα φυλοκάρδια
τα χέρια της γυναίκας που αγαπάς.
Ασπρομαυρίζει μπροστά ο ουρανός
ανήσυχοι κάποιοι σκλάβοι μουρμουρίζουν
την σκέψη τους συννεφιάζει ο φόβος
φτωχή την αγάπη φωνάζουν.

Μην φοβάσαι καρδιά την μπόρα
αόρατη στους τυφλούς είναι η αγάπη
μην φοβάσαι γλυκιά ΖΩΗ προχώρα
ζει και θα ζει η ελπίδα στο δάκρυ.

Βασήλισσα εσύ στον Όλυμπο
ποτίζεις σπάνια λουλούδια
διαβάτης εγώ στην έρημο
σου γράφω αθάνατα τραγούδια.

ΤΗΝ ΙΕΡΗ ΦΛΟΓΑ ΘΕΛΩ ΑΘΑΝΑΤΗ (οι)

Μια κραυγή σκίζει τον ειρηνικό
απο τον απόηχο τρίζει συθέμελα η γη
κατάθεση κάνω στη σκέψη σας
ποίημα μύνημα ΑΘΑΝΑΤΟΙ.
ΤΩΝ ΑΘΑΝΑΤΩΝ η φυγή Αθάνατη (οι)
ζει και βασιλεύει στων Ελλήνων την ψυχή
ο φάρρος όμως δάκρυσε στον Όλυμπο
το σκοτάδι έκλεψε του ανθρώπου την ζωή.

Την Ιερή Φλόγα θέλω Αθάνατη (οι)
φως στο σκοτάδι να ριξω τώρα
απο εθελοντής έγινα αιχμάλωτος
και σέρνω τις λευτεριάς το πτώμα.

            16 Ιουνίου 1997

ΓΛΑΡΟΠΟΥΛΑ

Μία γλαροπούλα σκίζει γοργά
τον κατακλυσμό του ειρηνικού
αχτίδα στα χείλη κρατά
ΖΩΗ για την καρδιά του ναυαγού.

Φουσκωθεριεύουν οι στάλες της βροχής
της μαστιγώνουν αλύπητα τα μάτια
αδιάβατο κάνουν το ταξίδι της
τ’ όνειρο στα κύμματα κομμάτια.

Αστραποαστράφτει το μάτι στην ψυχή
τον κατακλυσμό διασχίζει ενα φώς
βάλσαμο ρίχνει στο ναυάγιο η ζωή
είναι ο δικός της Οδυσσέας ναυαγός.

ΦΙΛΕ ΜΟΥ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ

Φίλε μου το χαμόγελο
απόψε θα σου κλέψω
κι απο κουρσάρικο κατάρτι
την ζωή θα αγναντέψω.

Σαν φανεί στον ορίζοντα
θα κατέβω στ’ αμπάρια
κρυμμένο έχω βάλσαμο
θα το κρατάω στα χέρια.

Πάρε ζωή το βάλσαμο
γλυκό νερό για την πληγή
είναι πηγαίο φώς αθάνατο
βγαλμένο βαθειά απ’ την ψυχή.

ΦΥΤΡΩΣΕ Ο ΣΠΟΡΟΣ

Φύτρωσε ο σπόρος στο βράχο
τα δεσμά της σκλαβιάς του τσακίζει
τ’ άρωμά του μεθάει τον άνεμο
στη θάλασσα το μύνημα σφυρίζει.

Φύτρωσε ο σπόρος στο βράχο
σπάνιο αγριολούλουδο ανθίζει
τ’ άρωμά του μεθάει την θάλασσα
στον ήλιο το μύνημα σφυρίζει.

Φύτρωσε ο σπόρος στον βράχο
με θάρρος κοιτά την ζωή
τ’ άρωμά του μεθάει τον ήλιο
στον άνθρωπο το μύνημα σφυρίζει.

ΟΝΕΙΡΕΜΕΝΟ ΤΑΞΙΔΙ

Ονειρεμένο ταξίδι για χάρη σου
με την σκέψη κάνω τώρα
στον χρόνο δίνω το δώρο σου
ποίημα πριν απο την μπόρα.

Γλυκό κρασί στο ποτήρι σου
κερνάω απ’ την ψυχή μου
βάλσαμο χαράς στα χείλη σου
ζωή σου δίνω απ’ την ζωή μου.

Θα πίνεις όταν νυχτώνει
θα πίνεις και δεν θα μεθάς
θα πίνεις και δεν θα τελειώνει
την ελπίδα μου θα ‘χεις όταν πονάς.

ΑΣΤΡΟ ΜΟΥ

Άστρο μου μη φεύγεις βιαστικό
στάσου να σου γράψω ένα ποίημα
δώρο απο άνθρωπο αιχμάλωτο
και δακρυσμένο μύνημα.

Αναμένο αιώνια να ταξιδεύεις
την φωτεινή απόκρυφη ομορφιά σου
άσπλαχνο βλέμμα ποτέ να μην αγγίξει
το μυστικό που έχεις στην καρδιά σου.

Στο διάβα σου να σπέρνεις ελπίδα
Ελευθερία στων Ανθρώπων την ψυχή
αιχμαλωσίας να μην σ’ αγγίξει αλυσίδα
απο το φώς σου να αναπνέει η ζωή.

         18 Απριλίου 1997.

ΚΑΛΠΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ

Κλείνει ο δρόμος μας (ζωή) πατρίδα
ακόμα και στα ποιήματα
κοιμούνται στις άκρες ήρωες απλοί
και καταμεσής κάλπικα ιδρύματα.

Έλληνα κοίτα το ιερό μονοπάτι
είναι αόρατο στα μάτια των πολλών
κρυμμένο στις δάφνες το ‘χει η ιστορία
για την Ελευθερία των Ανθρώπων.

Ξεκίνα τώρα και μην φοβάσαι
τους ήρωες θα τους ξυπνήσει η μπόρα
σκόνη στον άνεμο τα ιδρύματα
γοργά το δάκρυ γίνετε φώς...

ΑΟΡΑΤΑ ΔΕΣΜΑ

Αόρατα τα δεσμά σου αράχνη
απο ατσάλι πλεγμένος ο ιστός
χτυπιούνται ψυχοραγούν τα θύματα
γελάει μέσα σου ένας βάρβαρος θεός.

Με της Πυθίας την μορφή τόσους ξεγέλασες
ματωμένος χρησμός θανάτου η θύμησή σου
στις δάφνες των ονείρων τους, τους έκαψες
του χάροντα δρεπάνι η πνοή σου.

Άπλωσες τα δύχτια στην πηγή της γνώσης
καρτέρι θανάτου για αντάρτη αετό
του Προμηθέα την ψυχή να φυλακίσεις
σπάνιο δώρο θυσία σε κάλπικο Θεό.

Αράχνη, φωτιά θα βρέξει ο ουρανός
τα θύματα θα σπάσουν τα δεσμά
ελεύθερος θα ξαναπετάξει ο άνθρωπος
η ελπίδα παίρνει σάρκα κι οστά.

ΔΙΚΑΙΑ ΘΕΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Αθάνατη κόρη του ήλιου
παντοτεινή βασίλησσα και Θεά
χρυσοκέντητη ιστορία γράφει
η αλήθεια που έχεις στην καρδιά.

Δίκαια Θεά των ανθρώπων
μοναδική ζωντανή αχτίδα
η σκέψη σου φάρος Ολύμπιων Θεών
σκόρπα ανθισμένη ελπίδα.

Το φώς σου, ανίκητο φώς
προστάτης οδηγός των καλών
στην ατέλειωτη μάχη της ζωής
για Ελευθερία των Ανθρώπων.

ΕΙΡΗΝΗ...

Ειρήνη των ανθρώπων ιδέα
αντίκρυ απ’ το δρόμο κοιτάς
ανθρώπινο αίμα να χύνεται
κι αχνούς τους χτύπους μετράς.

Ματιές στον αέρα πετάς
ψηλό το βλέμμα και δεν το μπορώ
η καρδιά μου είναι, τι την κοιτάς
κατέβα λίγο την μορφή σου να δώ!!!

ΜΑΥΡΟΝΤΥΜΕΝΗ ΜΑΝΑ

Μαυροντυμένη μάνα εδάκρυσε
τώρα ξανά η ματιά σου
το ψέμα την καρδιά σου εμάτωσε
δένει μ’ αλυσίδες τα παιδιά σου.

Γιέ μου ξύπνα τον Μακρυγιάννη τώρα
είναι αιχμάλωτη του πλοίου η ασπίδα
ξανανέβασε την σκέψη σου ψηλά
έκλεψαν απ’ τον σταυρό μια αχτίδα.

Ξύπνα και τον Λεωνίδα τώρα
με τους τριακοσίους ΗΡΩΕΣ
σε δυο τρείς προδώτες να φωνάξουν
πως δεν σκλαβώνονται οι Έλληνες!!!

ΓΙΑΤΙ ΘΕΕ ΜΟΥ

Ένας άνθρωπος διαβάτης
στο ταξίδι της ζωής
αιχμαλωτίστηκε μια νύχτα
απο τυφλούς επιδρομείς.
Του βασάνισαν ανελέητα την ψυχή
με δηλητήριο του σκοτώσαν την ώρα
στην πλάτη το σταυρό του φορτώσαν
για το μονοπάτι του Γολγοθά τους τώρα.

Είχε τα μάτια θολά σαν καταιγίδα
στο διάβα του έτριζε το χώμα
η ελπίδα με δάκρυ ματωμένο
έβρεχε της λευτεριάς ττο πτώμα.

Γιατί Θέε μου το δάκρυ
να τρέχει ματωμένο και θολό
η ελπίδα να γίνετε αυταπάτη
όταν τελειώνει της αγάπης το νερό!!!

ΦΙΛΕ ΜΟΥ

Φίλε μου...
...απ’ όταν αποστάσεις
να ζητάς,
μάθε να βρίσκεις...
...κι αν κάποτε,
ένας άνεμος σου εναντιωθεί
ταξίδευε, φίλε μου,
μ’ όλους τους ανέμους...